Τετάρτη 28 Νοεμβρίου 2007

Για την αλιεία

Πηγή: ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ - 28/11/07

Χωρίς ενιαία στρατηγική για το θαλάσσιο περιβάλλον η Ευρωπαϊκή Ενωση * Τι προτείνουν οι ειδικοί
«Θεριεύουν» τα αλιευτικά, «εξατμίζονται» τα αλιεύματα

Του ΦΙΛΗ ΚΑΪΤΑΤΖΗ

Πάνω από το 60% των εμπορικών ψαριών της χώρας μας υπεραλιεύεται, όπως έχει αποκαλύψει εδώ και χρόνια η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Περιβάλλοντος, γεγονός που σημαίνει: αύξηση της δυσκολίας και του κόστους κάθε ψαριάς, αλλά και του ανταγωνισμού ανάμεσα στους αλιείς.

2ο μέρος

Περισσότερα σκάφη κυνηγούν πλέον όλο και λιγότερα ψάρια, είναι το αποτέλεσμα αυτής της πραγματικότητας απέναντι στην οποία αντί επιχειρημάτων και ουσίας προτείνονται ημίμετρα, ακούγονται ευχολόγια και όχι μια ολοκληρωμένη πολιτική, θέμα που πρέπει συνολικά να δει το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης. Με προσανατολισμό φυσικά σε μέτρα που αποβλέπουν και στην αποκατάσταση των ιχθυαποθεμάτων, αφού από την υπεραλίευση «χτυπιέται» στα ελληνικά πελάγη το 65-70% των εμπορικών ψαριών. Οσο για τις τιμές, η αναζήτηση του μέγιστου κέρδους οδηγεί σε αλχημείες και «βαφτίσια» των ψαριών εισαγωγής σε εγχώρια:

Ο Δημήτρης Ταουλτζής, πρόεδρος της Πανελλήνιας Ενωσης Πλοιοκτητών Μέσης Αλιείας (μηχανότρατες - γρι γρι) μας δίνει το οδοιπορικό της... τελετουργίας αυτής:

Η τιμή του... ονόματος

«Η ελληνική κατανάλωση προμηθεύεται τα νωπά αλιεύματα από το λιανεμπόριο, δηλαδή τις ιχθυαγορές, τα ιχθυοπωλεία, τους πλανόδιους ιχθυοπώλες, τις λαϊκές, τα σούπερμαρκετ.

Ολοι αυτοί οι παράγοντες προμηθεύονται τα νωπά αλιεύματα από τις ιχθυόσκαλες του Δημοσίου, αλλά και από απ' ευθείας αγορές του εξωτερικού, σε νωπή ή κατεψυγμένη μορφή.

Οι τιμές των αλιευμάτων στην ελληνική αγορά κυμαίνονται ανάλογα με τη νωπότητα, το μέγεθος, το είδος, την εποχή, την προέλευση, αλλά κυρίως με την προς διάθεση ποσότητα.

Η ποσότητα - προσφορά των αλιευμάτων ανάλογα με τη ζήτηση και οι ανάγκες της αγοράς είναι παράγοντες που διαμορφώνουν σε καθημερινή βάση την τιμή τού κάθε είδους στη χονδρική.

Το λιανεμπόριο, έχοντας εξασφαλισμένη τη διάθεση της ποσότητας στην κατανάλωση, αναζητεί το μέγιστο δυνατό κέρδος.

Ιδού ο τρόπος:

1 Αγοράζοντας εισαγωγής αλιεύματα σε τιμές πολύ κατώτερες των εγχώριων, τα οποία όμως μεταπωλεί σαν εγχώρια, με τιμές ανάλογες των εγχώριων.

2 Η δεδηλωμένη ζήτηση του καταναλωτή στον λιανέμπορα με το υπερκέρδος από την αλλοίωση του τόπου παραγωγής του αλιεύματος (βαφτίσια) από τον δεύτερο, εξασφαλίζει στον εισαγωγέα τη βεβαίωση της πώλησης της όποιας ποσότητας εισαγόμενων αλιευμάτων διαθέσει στην αγορά.

3 Η παραπάνω ενέργεια έχει αποτέλεσμα την κατάκλυση των αγορών από εισαγόμενα αλιεύματα, τα οποία και ανταγωνιζόμενα πλέον μεταξύ τους σε επίπεδο τιμών, έχουν αποτέλεσμα τον εξευτελισμό αυτών των τιμών, άρα το ακόμη μεγαλύτερο κέρδος για τον λιανοπωλητή.

4 Η όλη αυτή εξέλιξη έχει τελικό αποτέλεσμα:

* Τη μη διάθεση των ελληνικών αλιευμάτων στην αγορά, την απόρριψή τους δηλαδή στα σκουπίδια.

* Την αρνητική χρέωση αυτής της παραγωγής σαν απορριπτόμενα από αστοχία της αλιείας τους στους αλιείς.

* Την όποια απορρόφηση ελληνικών αλιευμάτων αποφασίσουν οι ποδηγετούντες τις ιχθυόσκαλες, να την κάνουν με εξευτελιστικές τιμές.

* Την υποβάθμιση και απαξίωση της φρεσκάδας και νοστιμιάς του ελληνικού ψαριού από τον καταναλωτή, μιας και το μόνο ελληνικό σε αυτό που τρώει είναι το όνομα».

«Αυτό το παιχνίδι παίζεται, που θα εξαφανίσει το ελληνικό ψάρι από το τραπέζι σας και θα το αντικαταστήσει με εισαγόμενο και ιχθυοκαλλιέργειας».

Πάμε τώρα να δούμε το θέμα της υπεραλίευσης.

Δυστυχώς αλλά μόνο εμπειρικά μπορεί να διαπιστωθεί -άκουσον, άκουσον- η υπεραλίευση, «αφού η παρακολούθηση άρχισε μόνο τα τελευταία χρόνια να γίνεται συστηματικά», αναφέρει ο Αργύρης Καλλιανιώτης, διευθυντής του Ινστιτούτου Αλιευτικής Ερευνας (ΕΘΙΑΓΕ - έδρα Νέα Πέραμος Καβάλας): «Με το ΕΛΚΕΘΕ, το ΙΝΑΛΕ και το υπουργείο Ανάπτυξης συνεργαζόμαστε και αναμένουμε τα πρώτα αποτελέσματα σε ό,τι αφορά την εκτίμηση των πολυάριθμων εμπορικών αποθεμάτων και μέσα στο πλαίσιο του νέου ευρωπαϊκού κανονισμού θα διαμορφωθούν οι νέοι όροι για τη διαχείρισή τους. Εχουμε ακόμα δρόμο...».

Τι κάνουν όμως τα γρι γρι, οι μηχανότρατες, η παράκτια αλιεία; Ποιος είναι ο ρόλος τους στην ελληνική αλιεία; Πώς επηρεάζουν τα ιχθυαποθέματα και πώς επηρεάζονται οι κλάδοι αυτοί της αλιείας;

Στα ερωτήματα αυτά απαντά ο Αργύρης Καλλιανιώτης:

«Οπως θα γνωρίζετε, τα αλιευτικά αποθέματα της χώρας ανήκουν σε δύο κύριες κατηγορίες: στα μικρά πελαγικά -όπου ανήκουν μερικά από τα πλέον λαϊκά ψάρια- και στα βενθικά. Λαϊκά είναι με την έννοια της ευρείας κατανάλωσης και της χαμηλής τιμής, π.χ. η σαρδέλα και ο γαύρος. Αυτή η κατηγορία δίνει περίπου το 40% των συνολικών ποσοτήτων αλιευμάτων. Τα ψάρια αυτοί αλιεύονται από τα γρι γρι που δραστηριοποιούνται κοντά στην παραλία και βγάζουν συνήθως μεγάλες ποσότητες που όμως πωλούνται σε χαμηλές τιμές. Το ύψος της τιμής, όπως είναι επόμενο, επηρεάζει σε σημαντικό βαθμό αυτού του τύπου την αλιεία και τους ανθρώπους που εμπλέκονται σ' αυτήν».

«Είπα δραστηριοποιούνται κοντά στην παραλία», διευκρινίζει ο Αργύρης Καλλιανιώτης, «διότι έτσι μπορούν να βρίσκονται εγκαίρως στην ιχθυαγορά, ώστε να φτάσει το αλίευμα σε καλή κατάσταση στην τοπική αγορά. Το κυριότερο πρόβλημα του στόλου των γρι γρι είναι η μεγάλη διακύμανση της αφθονίας των αλιευμάτων (ειδικά στον γαύρο, το απόθεμα του οποίου επηρεάζεται έντονα από την αλλαγή των περιβαλλοντικών συνθηκών).

Το γρι γρι εξαρτάται και από τις προσφερόμενες τιμές του προϊόντος στις μονάδες μεταποίησης - μονάδες που επηρεάζουν με τη σειρά τους την αγορά, προσπαθώντας να κρατήσουν τις τιμές όσο το δυνατόν χαμηλότερα. Να σημειώσετε ότι η εισαγωγή πρώτης ύλης από τρίτες χώρες χρησιμοποιείται συχνά ως ένα μέσο πίεσης για τη διατήρηση των τιμών σε χαμηλά επίπεδα (σ.σ. Ο κόσμος το 'χει τούμπανο και το υπουργείο... κρυφό καμάρι).

Πηγαίνοντας στη δεύτερη κατηγορία, τα βενθικά, θα δούμε ότι περιλαμβάνονται πολλά είδη με κυριότερα τον μπακαλιάρο, την κουτσομούρα, την πεσκανδρίτσα, τη γαρίδα, την καραβίδα, τη γάμπαρη, τα οποία αλιεύονται από τις μηχανότρατες και που οι τιμές τους γενικά είναι υψηλότερες σε σχέση με εκείνες της πρώτης κατηγορίας.

Ο στόλος των μηχανότρατων δραστηριοποιείται σε αλιευτικά πεδία που εκτείνονται σε βάθη από 20-300 μέτρα, σε μέση απόσταση η οποία κυμαίνεται λίγα μίλια από την ακτή -εντός των εθνικών χωρικών υδάτων- έως το όριο των 450 μέτρων βάθους, πολύ πέραν των χωρικών υδάτων της Ελλάδας, όπως έχει καταγραφεί από την έρευνα του Ινστιτούτου Αλιευτικής Ερευνας (ΕΘΙΑΓΕ).

Μια ρύθμιση δε που ισχύει μόνο για τις δικές μας μηχανότρατες είναι ότι η περίοδος αλιείας τους αρχίζει την 1η Οκτωβρίου και τελειώνει στις 31 Μαΐου. Επίσης απαγορεύεται η αλιεία εντός της ζώνης των 3 μιλίων από την ακτή ή σε 50 μέτρα βάθος, όπως ορίζεται από τον ανάλογο ευρωπαϊκό κανονισμό.

Ο στόλος από τις μηχανότρατες επηρεάζεται άμεσα από την τιμή των καυσίμων, λόγος που εξηγεί γιατί οι ανατιμήσεις επιβαρύνουν την οικονομική διαχείριση αυτών των σκαφών και γιατί αναγκάστηκε ο κλάδος να στραφεί προς τους αλλοδαπούς εργάτες (στη μεγάλη τους πλειοψηφία προέρχονται από την Αίγυπτο).

Συνοψίζοντας θα έλεγα ότι μερικά από τα προβλήματα της μέσης αλιείας (μηχανότρατες, γρι γρι) -περίπου 800 σκάφη- είναι η περιοδική υπεραλίευση ορισμένων αποθεμάτων, όπως του γαύρου και του μπακαλιάρου, αλλά και ο συνωστισμός του μεγάλου αριθμού μεγάλων σκαφών σε μικρές θαλάσσιες εκτάσεις», τονίζει ο διευθυντής του Ινστιτούτου.

Στην παράκτια αλιεία με τα 16.000 σκάφη (αυτά έχουμε νόμιμα καταγεγραμμένα) σε αντίθεση με τη μέση, χρησιμοποιούνται πολλές αλιευτικές μέθοδοι. «Στην αλιεία αυτή απασχολούνται πολλές οικογένειες που δεν έχουν άλλα μέσα βιοπορισμού, ειδικά σε απομακρυσμένα νησιά ή περιοχές, όπου συνήθως δεν υπάρχει σημαντική εναλλακτική απασχόληση στη γεωργία και η αλιεία, μαζί με τον τουρισμό, αλληλοστηρίζονται και επιτρέπουν σε πολλές οικογένειες να διαμένουν σε τόπους που διαφορετικά θα είχαν πολύ μικρότερες πιθανότητες βιώσιμης οικονομικής ανάπτυξης».

Οι δραστηριότητες της παράκτιας αλιείας είναι πολύ κοντά στην ακτή και επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό τα είδη που ζουν στην παράκτια ζώνη και είναι φανερό, συμπληρώνει ο Αργύρης Καλλιανιώτης ότι «σε ορισμένες περιοχές εξασκείται μεγάλη αλιευτική προσπάθεια. Μια προσπάθεια η οποία σε συνδυασμό με την αναμενόμενη περαιτέρω διαταραχή στο περιβάλλον (π.χ. αύξηση θερμοκρασίας) θα μπορούσε να μειώσει ακόμα περισσότερο την παραγωγικότητα των παράκτιων αλιευτικών πεδίων, αλλά (σ.σ. το σημαντικότερο) να οδηγήσει στην κατάρρευση αριθμού των αλιευτικών αποθεμάτων».

Τι κάνουμε όμως για όλα αυτά;

Χωρίς σειρά τα εξής, διά στόματος του διευθυντή του Ινστιτούτου:

* Χτυπάμε την παράνομη αλιεία. Διότι όχι μόνο βλάπτει τα ιχθυαποθέματα και τους βιοτικούς πόρους (λιβάδια Ποσειδωνίας) αλλά και προκαλεί συγκρούσεις μεταξύ των διαφόρων κατηγοριών των ψαράδων. Οι λιμενικές αρχές συχνά περιορίζονται μόνο σε τοπικούς ελέγχους. Απαραίτητη λοιπόν η ουσιαστική αστυνόμευση της παράνομης αλιείας.

* Συνεχίζουμε την προσπάθεια για την καλύτερη οργανώση των αλιέων. Ο κατακερματισμός των ψαράδων μας σε πολλά μικρά λιμάνια δημιουργεί εκ των προτέρων δυσκολίες στην οργάνωσή τους. Αναγκασμένοι να δουλεύουν από μικρά παιδιά δεν διαθέτουν επαρκείς γραμματικές γνώσεις και επομένως δύσκολα μπορούν να οργανωθούν χωρίς τη συνδρομή της Πολιτείας. Παράλληλα, η απουσία οργάνωσης στον εμπορικό τομέα τούς αναγκάζει να πωλούν αναγκαστικά σε χαμηλές τιμές παρ' όλο που τα είδη τα οποία αλιεύουν έχουν (συνήθως) τις υψηλότερες στην ιχθυαγορά.

* Προσέλκυση αλιέων εκπαιδευμένων καθώς η έλλειψη νέων ανθρώπων στο επάγγελμα και η πρόωρη συνταξιοδότηση των αλιέων οδηγεί εκτός του κλάδου αρκετά έμπειρα στελέχη, γεγονός που θα βλάψει μακροπρόθεσμα την αλιεία.

* Ενημέρωση των καταναλωτών σχετικά με την προέλευση των αλιευτικών προϊόντων. Σ' αυτήν την προσπάθεια βοηθά και η καθιέρωση επίσημων κοινών εμπορικών ονομάτων όλων των αλιευμάτων. Ετσι βοηθιέται και το εισόδημα των μικρών παραγωγών, των οποίων τα αλιεύματα, αν συντηρηθούν σωστά, μπορούν να πετύχουν καλύτερες τιμές.

* Να γνωρίζουμε την αλιευτική παραγωγή των σκαφών. Μόνο έτσι θα είναι δυνατή η σωστή ενημέρωση για την πορεία του κλάδου και η προστασία των ειδών που ενδεχομένως κινδυνεύουν. Ενα μέτρο που θα μπορούσε να συμβάλει θετικά είναι η δημιουργία επίσημων λιμανιών εκφόρτωσης πέρα από τις υπάρχουσες ιχθυόσκαλες. Τις περισσότερες φορές επικρατεί μια πλασματική εικόνα με αποτέλεσμα οι αρμόδιοι φορείς να οδηγούνται σε λάθος εκτιμήσεις και συνεπώς στη λήψη λανθασμένων διαχειριστικών μέτρων.

* Να προστατεύσουμε την παράκτια ζώνη, που είναι το πιο αξιόλογο κομμάτι για την αλιεία μας, καθώς προσφέρει ιδανικούς τόπους για την αναπαραγωγή, την ωοτοκία αλλά και τη διατροφή των νεαρών ψαριών.

Μην ξεχνάμε ότι οι φυσικοί πόροι που εκμεταλλεύονται οι ψαράδες επηρεάζονται πάρα πολύ από άλλες ανθρώπινες δραστηριότητες (ρύπανση, παράνομη αλιεία κ.λπ.).

Στην προστασία των αλιευτικών αποθεμάτων που είναι στην παράκτια ζώνη μπορεί να συμβάλει η δημιουργία αλιευτικών προστατευόμενων ζωνών, όπου θα απαγορεύεται η αλιεία (εποχικά ή μόνιμα), η κατασκευή τεχνητών υφάλων σε ειδικά επιλεγμένες περιοχές κ.ά.

«Σωσίβιο» για την αλιεία τα θαλάσσια καταφύγια

Προκειμένου να προστατευθεί ολόκληρο το φάσμα της θαλάσσιας βιοποικιλότητας είναι απαραίτητη η δημιουργία ενός μεγάλου δικτύου θαλάσσιων καταφυγίων.

Στα καταφύγια, οι πληθυσμοί που βρίσκονται σε καθεστώς εκμετάλλευσης καταφέρνουν να αποκατασταθούν και οι οικότοποι που είχαν αλλοιωθεί εξαιτίας της αλιείας να αναδημιουργηθούν. Επιπλέον, η δημιουργία ενός δικτύου καταφυγίων μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση της απόδοσης της αλιείας στον περιβάλλοντα χώρο. Αυτό συμβαίνει είτε γιατί τα ενήλικα και νεαρά άτομα των ψαριών υπερβαίνουν τα σύνορα των καταφυγίων είτε γιατί οι νεοσσοί ή τα αβγά παρασύρονται και σε περιοχές όπου επιτρέπεται η αλιεία.

Τα καταφύγια, τονίζουν οι οικολογικές οργανώσεις, λειτουργούν επίσης ως παράγοντας ασφαλείας εναντίον της αστάθειας και της έντονης διακύμανσης που παρουσιάζουν στις μέρες μας τα αποθέματα των ψαριών.

Ενα δίκτυο από θαλάσσια καταφύγια, όπου θα τηρούνται οι κανόνες προστασίας, πέρα από το οικολογικό μέρος, θα ωφελήσει:

1 Την αλιεία, μέσω της αύξησης της ποικιλίας και της ποσότητας των ψαριών μέσα και έξω από τα καταφύγια, αλλά και ως παράγοντας ασφάλειας ενάντια στην αστάθεια των αλιευμάτων σήμερα.

2 Τις τοπικές κοινωνίες, προσφέροντας εναλλακτικές πηγές εσόδων από τουριστικές δραστηριότητες που δεν επιβαρύνουν το περιβάλλον, όπως οι καταδύσεις, η υποθαλάσσια φωτογράφηση και η παρατήρηση των φαλαινών.

3 Την εκπαίδευση από τα σχολεία και τα πανεπιστήμια μέχρι τα ερευνητικά ιδρύματα, μια και τα θαλάσσια καταφύγια αποτελούν τόπο έρευνας και ανακαλύψεων.

Επιπλέον, δραστηριότητες όπως η κατάδυση, η υποθαλάσσια φωτογράφηση και η παρατήρηση δελφινιών και φαλαινών μπορούν όλες να ωφεληθούν από μία θαλάσσια ζωή γεμάτη ποικιλία και αφθονία. Οι δραστηριότητες αυτές μπορούν να δώσουν ευκαιρίες εναλλακτικών πηγών εσόδων στις παράκτιες κοινότητες.

Ο τουρισμός είναι ίσως η πιο προσοδοφόρα οικονομική δραστηριότητα που μπορεί να αναπτυχθεί μέσα στα θαλάσσια καταφύγια. Ενα παράδειγμα είναι το Θαλάσσιο Προστατευόμενο Πάρκο του Μεγάλου Κοραλλιογενούς Υφάλου στην Αυστραλία. Το πάρκο είναι χωρισμένο σε μία σειρά από ζώνες προστασίας. Τα έσοδα από τον τουρισμό για το 1999 ήταν 4.269 εκατ. δολάρια Αυστραλίας, ποσόν που ξεπερνά κατά πολύ τα ακαθάριστα έσοδα από ερασιτεχνική (AU$ 240 εκατ.) και επαγγελματική αλιεία (AU$ 119 εκατ.). Ενα ακόμη παράδειγμα είναι η προστατευόμενη περιοχή του νησιού «Apo» στις Φιλιππίνες. Εδώ, υπολογίζεται πως η αρχική επένδυση των 75.000 δολαρίων για τη δημιουργία των καταφυγίων αποφέρει σήμερα ένα ετήσιο εισόδημα μεταξύ 31.900 και 113.000 δολαρίων, εάν λάβουμε υπόψη την υψηλή αποδοτικότητα της αλιείας πέραν του θαλάσσιου καταφυγίου καθώς και εισοδήματα που προκύπτουν από άλλες πηγές, όπως ο καταδυτικός τουρισμός.

Υπενθυμίζεται ότι ο νέος Κανονισμός για την αλιεία στη Μεσόγειο (κανονισμός 1967/2006) που τέθηκε σε ισχύ τον Ιανουάριο του 2007 αναγνωρίζει την άμεση ανάγκη για προστασία των ψαριών και των οικοσυστημάτων που τα συντηρούν και για πρώτη φορά ζητεί από την Ελλάδα και τα υπόλοιπα μεσογειακά κράτη να προχωρήσουν στον καθορισμό θαλάσσιων περιοχών που θα προστατεύονται από την αλιεία.

Σύμφωνα με τον Κανονισμό, η Ελλάδα πρέπει να παρέχει στην Επιτροπή -για πρώτη φορά πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 2007- πληροφορίες σχετικά με «τον καθορισμό προστατευόμενων περιοχών αλιείας, καθώς και με τα ενδεχόμενα διαχείρισης που πρόκειται να εφαρμοστούν σε αυτές, τόσο στα ύδατα που εμπίπτουν στη δικαιοδοσία τους όσο και εκτός αυτής, όταν η προστασία περιοχών γόνου, περιοχών αναπαραγωγής ή του οικοσυστήματος από τις επιβλαβείς επιπτώσεις της αλιείας επιβάλλει τη λήψη ειδικών μέτρων».

Μια ενιαία ευρωπαϊκή στρατηγική για το θαλάσσιο περιβάλλον (δεν υπάρχει σχετική οδηγία) θα είναι μια καλή ευκαιρία για να μπει φραγμός στην κατακόρυφη μείωση των αλιευτικών αποθεμάτων στην Ελλάδα και την Ευρώπη.

Οι αλιείς μας πάντως -όπως εκπροσωπούνται από τους κλάδους τους- στα αιτήματά τους προς την ηγεσία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης είναι απέναντι και αυτό είναι το δυστύχημα. Κοινό αίτημα πάντως είναι η δημιουργία εθνικής αλιευτικής πολιτικής.

Περιφρούρηση και προστασία των ελληνικών αλιευμάτων και διασφάλιση του επιούσιου (βλέπε ψάρια) πρέπει να είναι ο μπούσουλας όλων των εμπλεκομένων φορέων. Κανέναν δεν συμφέρει μακροπρόθεσμα η ασύδοτη ή εντατικοποιημένη αλιεία. Αυτό όμως προϋποθέτει το κράτος να δει σφαιρικά και όχι μεμονωμένα και «πολιτικάντικα» το ζήτημα της υπόθεσης αυτής.

Οι αλιείς θα ζητάνε. Η πολιτεία οφείλει να τους καθοδηγήσει.

Δεν υπάρχουν σχόλια: